Ήταν κάποτε ένα λιβάδι γεμάτο ηλιοτρόπια. Κι όλα αυτά τα ηλιοτρόπια κοιτούσαν ολημερίς με θαυμασμό τον ήλιο. Όταν ο ήλιος ήταν από κει, γύριζαν από κει. Όταν ο ήλιος ήταν από δω, γυρνούσαν από δω. Εκτός από ένα. Ένα μόνο ηλιοτρόπιο απ΄όλα τα ηλιοτρόπια του κάμπου δεν κοίταζε τον ήλιο. Όταν ο ήλιος ήταν από δω, το ηλιοτρόπιο αυτό κοιτούσε από κει. Όταν ο ήλιος ήταν από κει, το ηλιοτρόπιο κοιτούσε από δω “Μα γιατί δεν κοιτάς κι εσύ τον ήλιο τον ακριβοθώρητο όπως εμείς;” ρωτούσαν τ΄άλλα ηλιοτρόπια απορημένα. “Και γιατί να τον κοιτάω;” “Επειδή είναι χρυσός. Επειδή λάμπει κι ανασαίνει φως”. “Ε και λοιπόν; Χαρά στο πράγμα! Ανασαίνει φως και κάτι έγινε” “Τι θες να πεις; Δεν σ΄αρέσει δηλαδή;” “Καλός είναι δεν λέω, αλλά όχι και να τον θαυμάζει κανείς απ΄το πρωί ίσαμε το βράδυ. Αλήθεια, δεν μπορώ να καταλάβω τι του βρίσκετε και τον κοιτάτε σαν χαζά, μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει”. “Δεν είναι στα καλά του, σκέφτονταν τα ηλιοτρόπια “Ακούς εκεί, να μη θέλει να κοιτάζει τον ήλιο;” Και περνού...
Μέσα στο χάος των blogs άλλο ένα ίσως όχι και τόσο φανταχτερό αλλά με πράγματα δικά μου.. Σκέψεις, όνειρα, γεγονότα, που αγαπώ, που μισώ, που μου αρέσουν, δεν μου αρέσουν, φοβάμαι, μου κάνουν εντύπωση... Ένα Blog γραμμένο από μένα για μένα.